Λιβερία

Λιβερία
Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Σιέρα Λεόνε και τη Γουινέα, στα Α με την Ακτή του Ελεφαντοστού, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Η Λ. είναι ένα τεχνητό κράτος στη δυτική Αφρική, που δημιουργήθηκε τον 19ο αι. για την επανεγκατάσταση των απελεύθερων πλέον Αφρικανών σκλάβων, μετά την οριστική απαγόρευση της δουλείας στις ΗΠΑ. Η ονομασία της άλλωστε προήλθε από την αγγλική λέξη liberty (= ελευθερία).Η χώρα διαιρείται σε 16 κομητείες (σε παρένθεση η πρωτεύουσα και ο πληθυσμός της κομητείας, σύμφωνα με στοιχεία του 1999): Γκραντ Γκέντεχ (Grand Gedeh, Ζουεντρού, 94.497), Γκπαρμπόλου (δημιουργήθηκε το 2001 από τη διαίρεση της Λόφα, δεν υπάρχουν στοιχεία για τον πληθυσμό), Γκραντ Kέιπ Mάουντ (Grand Cape Mount, Ρομπερτστάουν, 120.141), Γκραντ Kρου (Grand Kru, Μπάρκλεϊβιλ, 39.062), Γκραντ Mπάσα (Grand Bassa, Μπιουκάναν, 215.338), Λόφα (Lofa, Βοϊνζάμα, 351.492), Μαργκίμπι (Margibi, Κακάτα, 219.417), Μέριλαντ (Maryland, Χάρπερ, 71.977), Μοντσεράντο (Montserrado, Μπένσονβιλ, 843.783), Mπόμι (Bomi, Τούμπανμπεργκ, 114.316), Mπονγκ (Bong, Γκμπάρνγκα, 299.825), Nίμπα (Nimba, Σανίκελι, 338.887), Ρίβερ Γκι (δημιουργήθηκε το 2000 από τη διαίρεση της Γκραντ Γκέντεχ, δεν υπάρχουν στοιχεία για τον πληθυσμό), Pίβερ Σες (River Cess, Ρίβερ Σες, 38.167) και Σινόε (Sinoe, Γκρίνβιλ, 79.241).Επίσημη γλώσσα του κράτους είναι η αγγλική, που την ομιλεί περίπου το 20% του πληθυσμού, κυρίως οι Αφροαμερικανοί που εγκαταστάθηκαν κατά μήκος της ακτής τον 19ο αι., αλλά και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, αφού είναι και η μοναδική από τις γλώσσες ή διαλέκτους της χώρας που έχει και γραπτή μορφή. Στο εσωτερικό επικρατούν οι γλώσσες κουά και μάντε και οι περίπου 20 τοπικές διάλεκτοι. Ο πληθυσμός αποτελείται κατά 95% από ιθαγενείς αφρικανικές φυλές (Κπέλε, Μπάσα, Κρου, Γκόλα, Μαντίνγκο κ.ά.). Το 2,5% είναι απόγονοι των σκλάβων από τις ΗΠΑ που εγκαταστάθηκαν στη Λ., και ένα ποσοστό επίσης 2,5% είναι απόγονοι σκλάβων από την Καραϊβική.ίος είναι παράλληλα και επικεφαλής της κυβέρνησης, και εκλέγεται για θητεία έξι ετών. Τη νομοθετική εξουσία ασκεί η εθνοσυνέλευση, που αποτελείται από τη Γερουσία (26 μέλη) και τη Βουλή των Αντιπροσώπων (64 μέλη), που εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία. Οι γερουσιαστές έχουν θητεία εννέα ετών, ενώ η θητεία των βουλευτών είναι εξαετής. Από το 1989 μέχρι και το 1997, ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε στη χώρα δεν επέτρεψε τη λειτουργία των δύο νομοθετικών σωμάτων. Η πολιτική ζωή άρχισε να εξομαλύνεται από το 1994 και ξαναβρήκε τους φυσιολογικούς της ρυθμούς το 1997, όταν διενεργήθηκαν ελεύθερες πολυκομματικές εκλογές.Οι εκλογές του 1997 ανέδειξαν πρόεδρο και αρχηγό της κυβέρνησης τον Τσαρλς Τέιλορ, του Εθνικού Πατριωτικού Κόμματος (ΝΡΡ), το οποίο είναι το κυριότερο κόμμα της χώρας, αφού τα υπόλοιπα αποσπούν μονοψήφιο ποσοστό στις εκλογές. Κορυφή της δικαιοσύνης είναι το ανώτατο δικαστήριο, το οποίο αποτελείται από έναν πρόεδρο και 4 δικαστές, που διορίζονται όλοι από τον πρόεδρο.Η Λ. είναι επίσημα χριστιανικό κράτος (το 40% του πληθυσμού είναι χριστιανοί), υπάρχουν όμως και πολλοί ανιμιστές (40%), καθώς και μουσουλμάνοι (20%).Η στοιχειώδης εκπαίδευση, δωρεάν και υποχρεωτική, έχει εξαετή διάρκεια. Ακολουθεί η μέση εκπαίδευση, επίσης δωρεάν και υποχρεωτική, που περιλαμβάνει δύο τριετείς κύκλους, κατώτερο και ανώτερο. Το 2001, λόγω και του εμφυλίου πολέμου που προηγήθηκε, το ποσοστό αναλφαβητισμού ανερχόταν στο 30%. Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται στο πανεπιστήμιο της Λ. (ιδρύθηκε το 1862), στο κολέγιο Kάτινγκτον, στο Nτιβίνιτι Σκουλ (ιδρύθηκε το 1889) και στο κολέγιο Mέριλαντ (ιδρύθηκε το 1953).Την άμυνα της χώρας εξασφαλίζει ο στρατός ξηράς, το ναυτικό και η αεροπορία, ενώ παρέχεται επίσης τεχνική βοήθεια από τις ΗΠΑ.Στη χώρα, η οποία μαστίζεται από ελονοσία, φυματίωση και λέπρα, δεν υπάρχει οργανωμένο σύστημα κρατικής κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας. Σε κάθε γιατρό αντιστοιχούν περίπου 43.670 κάτ.Από γεωλογική άποψη, όλη η λιβεριανή παράκτια λωρίδα χαρακτηρίζεται από προσχωσιγενή ιζήματα και από σχηματισμούς που ανάγονται στη θαλάσσια τριτογενή περίοδο. Πέρα από την παράκτια λωρίδα και προς το εσωτερικό, το έδαφος αρχίζει βαθμιαία να ανυψώνεται. Εκεί βρίσκεται η ενδιάμεση ζώνη: ένα οροπέδιο που αποτελείται από μια σειρά λόφων μέτριου ύψους, όπου τα αρχαιοζωικά εδάφη γίνονται όλο και πιο συχνά, με σχηματισμούς από γρανίτες, γνεύσιους και κρυσταλλοπαγείς σχίστες πάνω από τους οποίους υπάρχουν λατεριτικές επικαλύψεις. Στο βόρειο τμήμα υπάρχουν σχηματισμοί της πρωτογενούς περιόδου ανάμεσα στους οποίους επικρατούν οι χαλαζιοφόροι ψαμμίτες. Η μεταβατική αυτή ζώνη προαναγγέλλει το τρίτο γεωμορφολογικό στοιχείο του λιβεριανού εδάφους: την παρυφή του εσωτερικού υψιπέδου, που υψώνεται απόκρημνα και πολύ γρήγορα ξεπερνά τα λιβεριανά σύνορα και εισέρχεται στην καρδιά του γουινεϊκού εδάφους. Εκεί επικρατούν εδάφη αρχαιοζωικού σχηματισμού.Το λιβεριανό έδαφος αποτελείται ουσιαστικά από μια παράκτια λωρίδα που αντιστοιχεί στην αποκαλούμενη Ακτή του Πιπεριού. Αυτήν διαδέχεται προς το εσωτερικό μια ζώνη χαμηλών λόφων που βαθμιαία υψώνονται ώσπου ξεπερνούν τα 1.700 μ. στα όρη Nίμπα, στα σύνορα με τη Γουινέα. Η πεδιάδα στενεύει σημαντικά στο νοτιοανατολικό και στο κεντρικό τμήμα, όπου οι λόφοι πλησιάζουν τη θάλασσα. Οι λιβεριανές ακτές είναι μάλλον ομοιόμορφες και εμφανίζονται γενικά χαμηλές και πεδινές· σε μερικά σημεία όμως διακόπτονται από βραχώδεις αναδύσεις, που σχηματίζουν μικρά ακρωτήρια (ακρωτήριο Mάουντ, Mεσουράδο, Πάλμας). Συνολικά, η ακτή είναι αλίμενη· κρασπεδώνεται από αμμοσύρτεις, ιδιαίτερα σε αντιστοιχία με τις ποτάμιες εκβολές, και μαστίζεται, ιδιαίτερα κατά τη μεταβατική περίοδο από τη βροχερή εποχή στην ξηρή, από ισχυρές καταιγίδες· εξάλλου, κυρίως την αυγή, καλύπτεται συχνά από ομίχλες.Το κλίμα της Λ. είναι τυπικό της περιοχής της Γουινέας, εξαρτάται δηλαδή από τις ατμοσφαιρικές ανταλλαγές μεταξύ ωκεανού και ηπείρου, που γίνονται εποχιακά, με εισφορές υγρού αέρα και βροχοπτώσεις μουσωνικού χαρακτήρα την περίοδο από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο-Νοέμβριο, και με μια ξηρή εποχή, που οφείλεται στην επίδραση των ηπειρωτικών μαζών αέρα τον υπόλοιπο χρόνο. Η έκθεση και η γειτνίαση με τον ωκεανό καθώς και η παρουσία των αναγλύφων (έστω και αν δεν είναι πολύ υψηλά), έχουν ως αποτέλεσμα να δέχεται η χώρα άφθονες βροχοπτώσεις. Εξαιτίας, μάλιστα της τόσο προχωρημένης θέσης της προς τον Ατλαντικό, η Λ. είναι η πιο βροχερή χώρα του Κόλπου της Γουινέας. Και στη Λ. επίσης γίνεται αισθητή τον χειμώνα η επίδραση του ηπειρωτικού αέρα που αντιστοιχεί στους βορειοανατολικούς αληγείς και σχεδόν μέχρι την ακτή επικρατεί, μεταξύ Δεκεμβρίου και Μαρτίου, ο χαρματάν, ο ξηρός άνεμος που χαμηλώνει αισθητά την ατμοσφαιρική υγρασία. Οι θερμοκρασίες, παρότι ποικίλλουν σε αντιστοιχία με την ξηρή και τη βροχερή εποχή (από τους 26°C έως τους 30°C κατά μέσο όρο στη διάρκεια της πρώτης και από τους 24°C έως τους 25°C στη διάρκεια της δεύτερης), δεν παρουσιάζουν πολύ μεγάλες διαφορές κατά τη διάρκεια του έτους, λόγω της γειτνίασης της χώρας με τον ισημερινό. Οι θερμικές διακυμάνσεις μεταξύ ημέρας και νύχτας είναι επίσης μικρές και γίνονται πιο αισθητές στο εσωτερικό της Λ.Από τις κλιματικές συνθήκες εξαρτάται βέβαια και η φυτική επικάλυψη της χώρας, ουσιαστικά δασικού τύπου, η οποία ποικίλλει ωστόσο προς τις εσωτερικές και ορεινές ζώνες. Αξιοσημείωτα εκτεταμένες είναι όμως οι ζώνες όπου το δάσος έχει αποψιλωθεί από τον άνθρωπο ή οι ζώνες στις οποίες βρίσκονται φυτείες καφέ, ελαιούχων φοινίκων, εβέας, μπανάνας και ανανά. Στις πιο εσωτερικές ζώνες με τα αραιά δάση και στη σαβάνα ζουν τα μεγάλα σαρκοφάγα, όπως το λιοντάρι, και φυτοφάγα όπως οι γαζέλες, οι αντιλόπες, οι ζέβρες και οι ελέφαντες. Το δάσος είναι, αντίθετα, το βασίλειο των πιθήκων: του χιμπατζή, του κερκόκηβου, του μπαμπουίνου και του προπίθηκου γαλάγου. Στους ποταμούς είναι πολυάριθμοι οι ιπποπόταμοι και οι κροκόδειλοι. Άφθονα είναι τα φίδια και οι φυσικοί τους εχθροί, οι μαγκούστες. Πλουσιότατη είναι η πτηνοπανίδα, που αντιπροσωπεύεται ιδιαίτερα από κολιμπρί και γαλάζιους φασιανούς. Εξαιρετικά μεγάλη είναι και η ποικιλία των εντόμων.Η υδρογραφία της Λ. συνδέεται με την ιδιόρρυθμη διαμόρφωση του εδάφους της, που από τον υδροκρίτη του ορεινού όγκου της Γουινέας κατεβαίνει προς την ακτή του Ατλαντικού. Οι κυριότεροι ποταμοί, εξάλλου, έχουν σχεδόν ευθύγραμμο ρου και παράλληλο μεταξύ τους, με γενική κατεύθυνση από τα ΒΑ προς ΝΔ.Ελάχιστες είναι οι πληροφορίες για τους πρώτους πληθυσμούς που κατοικούσαν στο λιβεριανό έδαφος κατά την προϊστορική εποχή. Οι πρώτες φυλές νέγρων ήταν εγκατεστημένες στα δάση του εσωτερικού περίπου στα τέλη της νεολιθικής περιόδου και ασχολούνταν κυρίως με το κυνήγι και το ψάρεμα. Οι φυλές αυτές νικήθηκαν πολύ σύντομα από τους καλλιεργητές που είχαν έλθει από τις σουδανικές σαβάνες (τους Mαντίνγκο), οι οποίοι γνώριζαν την κατεργασία του σιδήρου και την ύφανση και προπάντων είχαν ενιαία πολιτική οργάνωση. Κατά τον 15ο και 16ο αι., Γάλλοι, Πορτογάλοι, Ολλανδοί, Ισπανοί και Γερμανοί έμποροι βρέθηκαν πολλές φορές στην ακτή, κυρίως για να φορτώνουν το περιζήτητο αφρικανικό πιπέρι, αλλά δεν εγκαταστάθηκαν ποτέ μόνιμα εκεί. Στη συνέχεια οι Πορτογάλοι έθεσαν την ακτή υπό τον αποκλειστικό έλεγχό τους και ασχολήθηκαν ευρύτατα με το δουλεμπόριο. Το λιβεριανό έδαφος φαίνεται πως ήταν από εκείνα που επλήγησαν περισσότερο από το δουλεμπόριο, αφού έχασε περίπου το 50% του πληθυσμού του γύρω στα τέλη του 18ου αι. Το 1821 η Αμερικανική Εταιρεία Αποικισμού της Νέας Υόρκης επέλεξε τα εδάφη της Λ. (που λόγω των δυσχερών κλιματικών συνθηκών δεν ενδιέφεραν και πολύ τις ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις) ως πυρήνα ενός ανεξάρτητου αφρικανικού κράτους για τους Αφροαμερικανούς που είχαν απελευθερωθεί από τη δουλεία. Η πρωτοβουλία, που άρχισε με την εγκατάσταση (το 1822) του πρώτου πυρήνα πρώην σκλάβων στο ακρωτήριο Mεσουράντο, δεν είχε ωστόσο μεγάλη επιτυχία, και έτσι σε περισσότερο από έναν αιώνα μόλις 20.000 πρώην σκλάβοι είχαν μεταφερθεί στη νέα αφρικανική Γη της Επαγγελίας. Παρ’ όλα αυτά, οι λεγόμενοι Λιβεροαμερικανοί διατηρούν ακόμα και σήμερα μια θέση απόλυτης υπεροχής στην πολιτιστική και πολιτική ζωή της χώρας, από την οποία είναι αποκλεισμένοι οι αυτόχθονες Λιβεριανοί, που αρνήθηκαν για μεγάλο διάστημα να αναγνωρίσουν την εξουσία της κυβέρνησης της Μονρόβια, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο ρήγμα στον κοινωνικό ιστό της χώρας.Το 1960 ο πληθυσμός της Λ. υπολογιζόταν κατά διάφορους τρόπους. Το 1962 έγινε απογραφή, σύμφωνα με την οποία ο πληθυσμός της χώρας ανερχόταν περίπου σε ένα εκατομμύριο κατοίκους, πολύ κατώτερος από ορισμένους υπολογισμούς που τον ανέβαζαν στα 2,5 εκατ. Η απογραφή του 1974 (1.503.368 κάτ.) δείχνει μεγάλη δημογραφική αύξηση, περίπου 2,5% τον χρόνο, που μπορεί να αποδοθεί στη βελτίωση των συνθηκών ζωής. Το 1993 υπολογίζεται ότι ο πληθυσμός ήταν 2.640.000 κάτ., ενώ μια δεκαετία αργότερα εκτιμήθηκε σε 3.288.198 κατ. (2002). Το προσδόκιμο ζωής, σύμφωνα με υπολογισμούς του 2002, είναι τα 50 χρόνια για τους άντρες και τα 53 γαι τις γυναίκες. Οι αυτόχθονες Λιβεριανοί χωρίζονται σε 26 εθνικές ομάδες, που ανήκουν σε δύο κύριους κορμούς, οι οποίοι διακρίνονται μεταξύ τους κυρίως βάσει γλωσσολογικών κριτηρίων. Ο πρώτος μεγάλος κορμός είναι εκείνος των πληθυσμών κουά, που είναι εγκατεστημένοι στο νότιο τμήμα της χώρας και περιλαμβάνει τις παράκτιες φυλές των Γκρέμπο, των Γκμπε, των Mπάσα, των Γκόλα και, προπάντων, των Kρου, που ωστόσο έχουν τους κυριότερους οικισμούς τους στη γειτονική Ακτή του Ελεφαντοστού. Ο δεύτερος είναι εκείνος της γλώσσας μάντε, που περιλαμβάνει τις φυλές των Bάι, που είναι εγκατεστημένες στην ακτή, των Kπέλε (ή Γκερζέ), που είναι συγκεντρωμένες στη ζώνη των ορέων Nίμπα, των Nταν και των Mανόν, που καταλαμβάνουν τις εσωτερικές ζώνες στα σύνορα με την Ακτή του Ελεφαντοστού. Οι Λιβεροαμερικανοί αποτελούν περίπου το 3% του συνολικού πληθυσμού και περιλαμβάνουν και τους αυτόχθονες που έχουν αφομοιώσει τα έθιμα και την αγγλική γλώσσα των μεταναστών. Σε σχέση με τις δραστηριότητες στις φυτείες και με τους άλλους πιο προοδευτικούς κλάδους της οικονομίας, στην παράκτια ζώνη που έχει ως κέντρο βάρους της την πρωτεύουσα παρατηρείται η πιο υψηλή πυκνότητα του πληθυσμού, με τιμές που υπερβαίνουν τους 200 κάτ. ανά τ. χλμ. (η πυκνότητα του πληθυσμού για ολόκληρη τη χώρα είναι 30 κάτ. ανά τ. χλμ.), ενώ στις εσωτερικές περιοχές η πυκνότητα πέφτει στους 15 κατ. ανά τ. χλμ. και διατηρούνται πιο υψηλές μονάχα στην περιοχή που καταλαμβάνεται από τους Kπέλε.Η Λ., όπως και πολλές άλλες χώρες της δυτικής Αφρικής, και ιδιαίτερα του Κόλπου της Γουινέας, παρουσιάζει περιορισμένη ανάπτυξη των πόλεών της. Στο σύνολο, υπολογίζεται ότι ο αστικός πληθυσμός –ή καλύτερα ο πληθυσμός των κυριότερων κέντρων– αντιπροσωπεύει το 44% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Αν εξαιρεθούν ορισμένα εμπορικά κέντρα, στις εσωτερικές ζώνες της χώρας δεν υπάρχουν αξιόλογοι οικισμοί. Τα χωριά, ωστόσο, είναι συγκεντρωμένα κατά μήκος των δρόμων που από την ακτή φτάνουν στη Γουινέα. Και στην παράκτια λωρίδα, εκτός από την πρωτεύουσα Μονρόβια, δεν μπορεί να γίνει λόγος για πραγματικές πόλεις, αλλά μάλλον για μεγάλα κέντρα που έχουν αναπτυχθεί σε συνάρτηση με τις θαλάσσιες μεταφορές, ιδιαίτερα για την εξαγωγή των δασικών προϊόντων και των προϊόντων των φυτειών. Από πολεοδομική άποψη, τέλος, τα περισσότερα από τα μεγαλύτερα κέντρα έχουν αγροτικό χαρακτήρα. Η ίδια η Μονρόβια (βλ. λ.), εκτός από το κέντρο της που έχει ευρωπαϊ- κή μορφή, είναι κυρίως διαμορφωμένη σαν μεγάλο χωριό. Ο αγροτικός χαρακτήρας εξάλλου επικρατεί στους οικισμούς της χώρας.Η οικονομία της Λ., κατ’ εξοχήν αποικιακής μορφής, χαρακτηρίζεται από την παρουσία μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών, που εκμεταλλεύονται τον ορυκτό πλούτο της χώρας ή ελέγχουν τις φυτείες της, και από μια καθαρά νομισματική αποικιοκρατία. Το επίσημο λιβεριανό νόμισμα, πράγματι, υπάρχει μόνο θεωρητικά και έχει στην πράξη αντικατασταθεί από το αμερικανικό δολάριο. Η Λ. είναι μια περιοχή στην οποία οι μεγάλες εταιρείες –κυρίως αμερικανικές, αλλά και ευρωπαϊκές– μπορούν να δρουν ανενόχλητες, χωρίς να φοβούνται φορολογικούς και νομικούς ελέγχους. Όπως είναι γνωστό, η Λ. διαθέτει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του κόσμου, χάρη ακριβώς στις διευκολύνσεις τις οποίες παρέχει στα πλοία που έχουν τη σημαία της (την κυριότερη σημαία ευκαιρίας του κόσμου). Τα πλοία αυτά ανήκουν σε ξένες εταιρείες –κυρίως αμερικανικές– και σε εφοπλιστές, οι οποίοι αποφεύγουν έτσι τους φορολογικούς και ασφαλιστικούς κανόνες που προβλέπονται από τις διεθνείς συμφωνίες. Οι ξένες εταιρείες –ανάμεσα στις οποίες την πρώτη θέση κατέχει η Firestone– παράγουν το 70% των ελαστικών και μόνο εδώ και λίγα χρόνια το κράτος προσπαθεί –με τους περιορισμούς που επιβάλλει η μεγάλη δύναμη των πολυεθνικών– να διευρύνει τις εγχώριες ιδιοκτησίες στον τομέα της καλλιέργειας φυτειών. Παρά το σημαντικό ποσοστό ανάπτυξης και την ευνοϊκή κατάσταση του εμπορικού ισοζυγίου, η οικονομική ανάπτυξη της χώρας βραδυπορεί, ενώ αυξάνεται η διαφορά ανάμεσα στον σύγχρονο τομέα που βρίσκεται στα χέρια των ξένων εταιρειών και στο μεγαλύτερο μέρος του αγροτικού τομέα. Μετά τον πολύχρονο εμφύλιο πόλεμο, η χώρα έχει καταστραφεί οικονομικά και χρειάζεται σημαντική βοήθεια από το εξωτερικό για να ορθοποδήσει. Το 2001 το AEΠ ήταν 3.600 εκατ. δολ. και το κατά κεφαλήν εισόδημα 1.100 δολ. Ο πληθωρισμός ήταν 8% και το ποσοστό των κατοίκων κάτω από το όριο της φτώχειας έφτανε το 80%. Η ενέργεια προέρχεται από καύση ορυκτών. Ο εκσυγχρονισμός και ο εξορθολογισμός της γεωργίας είναι από τους κυριότερους αντικειμενικούς σκοπούς της πολιτικής επέμβασης της κυβέρνησης. Στη Λ. καλλιεργούνται καφές, κακάο, κοκκοφοίνικες, αραχίδες, εσπεριδοειδή και ζαχαροκάλαμο. Ανάμεσα στις καλλιέργειες που προορίζονται για διατροφή κυριότερες είναι της μανιόκα, της γλυκοπατάτας και του ρυζιού, που ωστόσο η παραγωγή τους δεν είναι ακόμα επαρκής για να καλύπτει τις εσωτερικές ανάγκες, παρά την υιοθέτηση ειδικών τεχνικών και τη δημιουργία ενός πρότυπου κέντρου στην Γκμπεντίν. Η σπουδαιότερη καλλιέργεια είναι εκείνη του καουτσούκ, που καθίσταται δυνατή χάρη στις περιβαλλοντικές συνθήκες της παράκτιας περιοχής, όπου τα φυτά του είδους εβέα έχουν αντικαταστήσει ευρύτατα τη φυσική βλάστηση και όπου εργάζονται περίπου 40.000 άνθρωποι. Η εταιρία φυτειών Firestone ιδρύθηκε το 1926, όταν οι ΗΠΑ θέλησαν να απελευθερωθούν από το βρετανικό μονοπώλιο του καουτσούκ και η Λ., που αντιμετώπιζε μια σοβαρότατη οικονομική κρίση, ήταν διατεθειμένη να προβεί σε παραχωρήσεις. Η Firestone ενοικίασε για 99 χρόνια μια εξαιρετικά εύφορη παράκτια λωρίδα, από τη Mοντσεράντο έως την Γκραντ Mπάσα, έκτασης περίπου 4.000.000 στρεμμάτων, από τα οποία μόνο το 1/10 καλλιεργείται σήμερα αποτελεσματικά. Η εταιρεία δημιούργησε εκεί μια σύγχρονη φυτεία εβέας που διαθέτει χωριά, σχολεία, νοσοκομεία και αυτόνομα μέσα μεταφοράς, αποτελώντας έτσι ένα πραγματικό φέουδο των HΠA. Σήμερα, το κράτος προσπαθεί να διευρύνει τις εθνικές ιδιοκτησίες και να πραγματοποιήσει τα πρώτα βήματα προς τον γεωργικό σχεδιασμό, με σχέδια-πρότυπα για την αξιοποίηση των ακαλλιέργητων γαιών. Στον τομέα της γεωργίας απασχολείται περίπου το 60% του εργατικού δυναμικού της χώρας, Το βασικότερο δασικό προϊόν είναι η ραφία, ένα είδος φοίνικα από τον οποίο εξάγεται μία υφαντική ίνα, η πιασάβα.Η κτηνοτροφία της Λ. δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη. Αντιθέτως, ο τομέας της αλιείας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία της χώρας (31.000 τόνοι αλιευμάτων το 1995), παρά τη σημαντική κάμψη που σημείωσε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και την αστάθεια που παρατηρείται έκτοτε στον τομέα αυτόν. Τα αλιεύματα περιλαμβάνουν κυρίως γλώσσες, αστακούς, γαρίδες και καβούρια.Η δημιουργία και τα πρώτα βήματα του «τεχνητού» κράτους. Η Λ. έκανε την εμφάνισή της στο προσκήνιο της ιστορίας όταν η Αμερικανική Εταιρεία Αποικισμού, που ιδρύθηκε στις ΗΠΑ το 1816, υποστήριξε ένα σχέδιο για την επιστροφή στην Αφρική των απελεύθερων Αφροαμερικανών σκλάβων μετά την κατάργηση της δουλείας στη χώρα. Ένας πρώτος πυρήνας απελευθερωμένων σκλάβων αποβιβάστηκε το 1822 κοντά στο ακρωτήριο Mεσουράντο. Το 1838 το έδαφος που ελεγχόταν από τους μετανάστες εκτεινόταν, μετά από αγορές και συνθήκες με τους τοπικούς αρχηγούς, από το ακρωτήριο Mάουντ στα βόρεια έως την Mπάσα Πόιντ στα νότια. Το 1824 ένας πράκτορας της εταιρείας, ο Ραλφ Γκάρλεϊ, ονόμασε τη νέα αποικία Λ. και τον οικισμό του ακρωτηρίου Μεσουράντο, Μονρόβια, προς τιμήν του Αμερικανού προέδρου Τζέιμς Μονρόε. Κατά τα επόμενα 20 χρόνια ιδρύθηκαν πολλοί νέοι οικισμοί κατά μήκος της ακτής. Το 1841, μετά από μια περίοδο διενέξεων ανάμεσα στους αποίκους και στην εταιρεία, αποφασίστηκε τελικά να δοθεί πλήρης αυτοδιαχείριση στη Λ., ενώ την ίδια χρονιά ο Τζόζεφ Ρόμπερτς έγινε ο πρώτος μαύρος κυβερνήτης της αποικίας. Το 1846, μετά από σοβαρή διένεξη με τη γειτονική Σιέρα Λεόνε, ο κυβερνήτης Pόμπερτς, αφού ζήτησε μάταια την επέμβαση των ΗΠΑ, πρότεινε στο συμβούλιο της κοινοπολιτείας να ανακηρύξει την ανεξαρτησία της Δημοκρατίας της Λ., γεγονός που πραγματοποιήθηκε στις 26 Ιουλίου του 1847. Πρώτος πρόεδρος της δημοκρατίας εξελέγη ο κυβερνήτης Pόμπερτς, που παρέμεινε στην εξουσία μέχρι το 1856 και αργότερα πάλι από το 1871 μέχρι το 1875. Το νέο κράτος αναγνωρίστηκε σταδιακά από τη Μεγάλη Βρετανία (1848), τη Γαλλία (1852), τα γερμανικά κράτη (1855), το Βέλγιο (1858) και τις ΗΠΑ (1862). Οι τελευταίες εξασφάλισαν στη συνέχεια, με την οικονομική επέμβασή τους και με την προστασία τους, την επιβίωση της δημοκρατίας, στην οποία το λιβεροαμερικανικό στοιχείο αναπτύχθηκε ως προνομιούχος μειονότητα σε σχέση με τον ιθαγενή πληθυσμό. Το 1926 η εταιρία ελαστικών Firestone δημιούργησε μια φυτεία καουτσούκ έκτασης 4.000.000 στρεμμάτων, που αποτέλεσε σημαντικό οικονομικό παράγοντα της χώρας αλλά συγχρόνως μια επιπλέον μορφή οικονομικής διείσδυσης των ΗΠΑ στη χώρα. Το 1931 η Κοινωνία των Εθνών εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία η κυρίαρχη τάξη στη Λ., το λιβεροαμερικανικό στοιχείο, εκμεταλλευόταν τους ιθαγενείς υπό καθεστώς σχεδόν δουλείας. Ακολούθησε πολιτική κρίση, παραίτηση του προέδρου και του αντιπροέδρου, αλλά μόλις το 1936 η κυβέρνηση κατάφερε να εξαλείψει αυτού του είδους τις πρακτικές. Το χάσμα, ωστόσο, μεταξύ των ιθαγενών πληθυσμών, που δεν είχαν καν δικαίωμα ψήφου, και της ιθύνουσας τάξης παρέμενε αγεφύρωτο. Μόνο με την άνοδο στην εξουσία, το 1943, του προέδρου Γουίλιαμ Tάμπμαν διατυπώθηκε και θεσπίστηκε ένα πρόγραμμα εθνικής ενοποίησης, που είχε σκοπό να εξασφαλίσει μια βαθμιαία ανάπτυξη σε όλη την εθνική κοινότητα. Επίσης κατόρθωσε να βγάλει τη χώρα από την απομόνωση (έως το 1944 η Λ. δεν είχε κανέναν αντιπρόσωπο στο εξωτερικό), οργανώνοντας συγκεντρώσεις των αφρικανικών κρατών (1959-61) και αναλαμβάνοντας τον ρόλο του μεσολαβητή μεταξύ των ανταγωνιζόμενων αφρικανικών χωρών. Ο πρόεδρος Τάμπμαν μόλις που κατάφερε να γλιτώσει τη ζωή του μετά από απόπειρα δολοφονίας εναντίον του κατά τη διάρκεια των εορτασμών για τη νίκη του στις προεδρικές εκλογές του 1955. Η απόπειρα συνδέεται πιθανώς με τον διωγμό που υπέστησαν οι ηγέτες του Κόμματος της Μεταρρύθμισης και του Ενωμένου Λαϊκού Κόμματος, τα οποία υποστήριζαν κατ’ εξοχήν οι ιθαγενείς πληθυσμοί του εσωτερικού της χώρας. Σημαντική υπήρξε πάντως και η νομοθετική κατοχύρωση της ισότητας όλων των πολιτών, καθώς και η ποινικοποίηση των φυλετικών διακρίσεων (1958). Ο Tάμπμαν πέθανε το 1971 και τον διαδέχτηκε ο επί 20 χρόνια αντιπρόεδρος, Γουίλιαμ Tόλμπερτ, ο οποίος επανεξελέγη το 1975. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 οι σχέσεις μεταξύ Λ. και ΗΠΑ χαλάρωσαν κάπως σε σχέση με το παρελθόν. Το 1974 μάλιστα η χώρα δέχτηκε δάνειο από τη Σοβιετική Ένωση. Το 1979 βίαιες ταραχές και λεηλασίες, που προκλήθηκαν από την ανακοίνωση ότι θα αυξανόταν η τιμή του ρυζιού, ανάγκασαν τον πρόεδρο Tόλμπερτ να αναλάβει έκτακτες εξουσίες. Τον Απρίλιο του 1980 ο Tόλμπερτ δολοφονήθηκε κατά τη διάρκεια στρατιωτικού πραξικοπήματος με επικεφαλής τον αρχιλοχία Σάμουελ Nτόου, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία και έθεσε εκτός νόμου όλα τα πολιτικά κόμματα. Το νέο καθεστώς δέχτηκε διεθνείς επικρίσεις για την εκτέλεση, με συνοπτικές διαδικασίες, 13 ανώτατων κυβερνητικών αξιωματούχων οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί για διαφθορά. Ωστόσο, οι σχέσεις της χώρας με το εξωτερικό βελτιώθηκαν όταν ορίστηκε, το 1981, μια επιτροπή για τη σύνταξη νέου συντάγματος. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 φάνηκε ότι ο Nτόου ήταν διατεθειμένος να καταπολεμήσει τη διαφθορά και τις καταχρήσεις στον δημόσιο τομέα και το 1981 πέντε μέλη του κυβερνώντος συμβουλίου εκτελέστηκαν γιατί συνωμοτούσαν εναντίον της κυβέρνησης. Το νέο σύνταγμα εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία σε δημοψήφισμα το 1984 και ο Nτόου ανακάλεσε την απαγόρευση λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων για τις εκλογές που θα γίνονταν τον επόμενο χρόνο. Την ίδια περίοδο ο Nτόου ίδρυσε το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα και ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την προεδρία. Ωστόσο, κατά την προεκλογική περίοδο, τα περισσότερα κόμματα κατήγγειλαν τα εμπόδια που προέβαλε το καθεστώς και τελικά μόνο τρία έλαβαν την άδεια να συμμετάσχουν στις εκλογές. Ο Nτόου κέρδισε τις προεδρικές εκλογές με το 51% των ψήφων, ενώ στην εθνοσυνέλευση το κόμμα του απέσπασε την πλειοψηφία των εδρών. Το 1986 ο Nτόου ανέλαβε τα καθήκοντά του ως πρόεδρος, αλλά τρία από τα κόμματα της αντιπολίτευσης σχημάτισαν τον λεγόμενο Μεγάλο Συνασπισμό για να αντιμετωπίσουν τον Nτόου. Κατά την περίοδο 1987-88 έγιναν πολλές παραιτήσεις υπουργών μετά από διάφορες κατηγορίες εναντίον τους, ενώ η κυβέρνηση αντιμετώπισε και απόπειρες πραξικοπήματος που στόχευαν στην ανατροπή της. Το 1989 ο υπουργός Αμύνης απομακρύνθηκε, γιατί κατηγορήθηκε ότι είχε συμμετάσχει σε μια τελετουργική θυσία που αποσκοπούσε, με μαγικό τρόπο, στην πτώση του προέδρου Nτόου. Ο εμφύλιος πόλεμος. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η χώρα είχε απομονωθεί διεθνώς, εξαιτίας της απροκάλυπτης καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αχαλίνωτης διαφθοράς στον δημόσιο τομέα. Τον Δεκέμβριο του 1989 ξεκίνησε ένοπλη εξέγερση στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, από μια άγνωστη έως τότε οργάνωση, το Εθνικό Πατριωτικό Μέτωπο με επικεφαλής έναν πρώην κυβερνητικό αξιωματούχο, τον Tσαρλς Tέιλορ. Οι συγκρούσεις γενικεύτηκαν γρήγορα και εξελίχθηκαν σε έναν πόλεμο ανάμεσα στην εθνική ομάδα των Kραν, στην οποία ανήκε ο Nτόου και στις φυλές Tζίο και Mάνο, ενώ χιλιάδες κάτοικοι των περιοχών κατέφυγαν στις γειτονικές χώρες. Στις αρχές του 1990 το Μέτωπο του Tέιλορ είχε καταλάβει μεγάλες περιοχές της χώρας και προχωρούσε προς την πρωτεύουσα Mονρόβια. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, οι δυνάμεις του Tέιλορ εισέβαλαν στην πρωτεύουσα και ο ίδιος αυτοανακηρύχθηκε πρόεδρος, αλλά γρήγορα η εξουσία του αμφισβητήθηκε από τμήμα της οργάνωσής του, με επικεφαλής τον Γιόρμι Tζόνσον, δυνάμεις του οποίου κατέλαβαν τμήματα της πρωτεύουσας. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν, τόσο οι κυβερνητικές δυνάμεις όσο και οι δυνάμεις των ανταρτών διέπραξαν φρικτές ωμότητες εναντίον των πολιτών. Η Οικονομική Κοινότητα των Δυτικοαφρικανικών Κρατών δεν μπόρεσε να επιτύχει κατάπαυση του πυρός και έστειλε ειρηνευτική δύναμη στην περιοχή. Από τη χρονική αυτή περίοδο άρχισε στη Λ. ένας εμφύλιος πόλεμος ο οποίος, με το πέρασμα του χρόνου, έπαιρνε τεράστιες διαστάσεις, προκαλώντας ανυπολόγιστες ζημιές στη χώρα και, κυρίως, χιλιάδες νεκρούς και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες. Τον Αύγουστο του 1990, εκπρόσωποι των κυριότερων κομμάτων της Λ. συναντήθηκαν στο Mπανζούλ, πρωτεύουσα της Γκάμπια, όπου εξέλεξαν τον Τσαρλς Σόγιερ πρόεδρο μιας προσωρινής κυβέρνησης. Ο Nτόου συνελήφθη από τις δυνάμεις του Tζόνσον και εκτελέστηκε την επόμενη ημέρα. Ο Σόγιερ πρότεινε ρύθμιση με τη συμμετοχή και των δύο αντίπαλων δυνάμεων, αλλά ο Tέιλορ αρνήθηκε, διεκδικώντας την προεδρία. Τον Οκτώβριο, δυνάμεις των αφρικανικών κρατών που είχαν σταλεί από την Οικονομική Κοινότητα άρχισαν αντεπίθεση, προσπαθώντας να εγκαθιδρύσουν ουδέτερη ζώνη στη Μονρόβια και να χωρίσουν τις τρεις αντίπαλες πλευρές. Ο Σόγιερ εγκαταστάθηκε ως πρόεδρος και οι κυβερνητικές δυνάμεις, μαζί με τις δυνάμεις των ανταρτών, υπέγραψαν κατάπαυση του πυρός. Τον Ιανουάριο του 1991 οι δυνάμεις των ανταρτών είχαν αποσυρθεί τελείως από τη Μονρόβια. Στις αρχές του 1991 ο Σόγιερ σχημάτισε κυβέρνηση, αλλά λίγο αργότερα μία νέα ένοπλη οργάνωση που δημιουργήθηκε από υποστηρικτές του πρώην προέδρου Nτόου άρχισε να επιτίθεται στις δυνάμεις του Tέιλορ, ζητώντας την παράδοσή του στις δυνάμεις των αφρικανικών κρατών. Στις συγκρούσεις αναμείχθηκε από τα μέσα του 1991 και η γειτονική Σιέρα Λεόνε, δυνάμεις της οποίας εισέβαλαν στη Λ. έπειτα από επιδρομές ανταρτών του Tέιλορ, με αποτέλεσμα να περιπλακεί η κατάσταση ακόμα περισσότερο. Τον Σεπτέμβριο του 1991 ο Σόγιερ και ο Tέιλορ συμφώνησαν, με τη μεσολάβηση πέντε αφρικανικών κρατών, να τερματιστεί η σύγκρουση και να αφοπλιστούν οι αντάρτες, κάτι όμως το οποίο στη συνέχεια ο Tέιλορ ανακάλεσε. Στα τέλη του χρόνου οι δυνάμεις των υποστηρικτών του πρώην προέδρου Nτόου άρχισαν επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων του Tέιλορ, ενώ ο τελευταίος δεν συμμορφωνόταν με τις συμφωνίες που είχαν υπογραφεί. Τον Απρίλιο του 1992 πραγματοποιήθηκε νέα διάσκεψη κορυφής στη Γενεύη, με τη συμμετοχή των αντίπαλων παρατάξεων και της επιτροπής των πέντε αφρικανικών κρατών. Και πάλι ο Tέιλορ αρνήθηκε τον αφοπλισμό των δυνάμεών του. Τον Μάιο η ειρηνευτική δύναμη των αφρικανικών κρατών άρχισε να αφοπλίζει τις δυνάμεις των ανταρτών και να αναπτύσσει τα στρατεύματά της, παρά τις συγκρούσεις των επιμέρους οργανώσεων. Προς το τέλος του χρόνου, όμως, οι συγκρούσεις εντάθηκαν και δεκάδες χιλιάδες πολίτες κατέφυγαν στην πρωτεύουσα, για να αποφύγουν την αιματοχυσία στις περιοχές τους. Οι δυνάμεις του Tέιλορ συνέλαβαν και κράτησαν ως ομήρους άντρες της ειρηνευτικής δύναμης, για την απελευθέρωση των οποίων χρειάστηκε να μεσολαβήσει ο πρώην πρόεδρος των HΠA Τζίμι Κάρτερ. Τον Οκτώβριο του 1992, κατά τη διάρκεια μεγάλης επίθεσης των ανταρτών του Tέιλορ, κατελήφθησαν στρατηγικές περιοχές της Μονρόβια, τις οποίες έως τότε κατείχαν οι δυνάμεις της ειρηνευτικής δύναμης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν νέα κύματα προσφύγων. Οι αφρικανικές χώρες απείλησαν με κυρώσεις, αν δεν γινόταν σεβαστή η κατάπαυση του πυρός, ενώ διαφορές άρχισαν να εμφανίζονται και ανάμεσα στις αφρικανικές δυνάμεις για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί ο εμφύλιος πόλεμος στη Λ. Η Νιγηρία και η Σενεγάλη υποστήριζαν τη χρήση στρατιωτικής δύναμης στη Λ., ενώ η Μπουρκίνα Φάσο και η Ακτή του Ελεφαντοστού συνιστούσαν αυτοσυγκράτηση και θεωρήθηκε ότι τηρούσαν φιλική στάση απέναντι στις δυνάμεις του Tέιλορ. Σε νέα συνάντηση στην πρωτεύουσα της Νιγηρίας, τον Νοέμβριο του 1992, οι εμπόλεμοι αποφάσισαν κατάπαυση του πυρός, ενώ το συμβούλιο ασφαλείας του OHE επέβαλε εμπάργκο όπλων στη Λ. Λίγο αργότερα, έπειτα από συνομιλίες με τον ειδικό απεσταλμένο του γενικού γραμματέα του OHE, ο Tέιλορ ανακοίνωσε ότι ήταν πρόθυμος να αφοπλίσει τις δυνάμεις του, ενώ η ειρηνευτική δύναμη είχε ανακαταλάβει τις θέσεις που είχε χάσει στη Μονρόβια. Οι συγκρούσεις όμως δεν σταμάτησαν στη Λ., ενώ αρκετές αφρικανικές χώρες απειλούσαν να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από την ειρηνευτική δύναμη, αν δεν εφαρμόζονταν όσα είχαν συμφωνηθεί. Μέχρι το τέλος του 1992, υπολογίζεται ότι ο αριθμός των προσφύγων αντιστοιχούσε στο ένα τέταρτο και πλέον του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Τον Απρίλιο του 1993 το συμβούλιο ασφαλείας του OHE καταδίκασε τις επιθέσεις κατά της ειρηνευτικής δύναμης και ζήτησε την εφαρμογή των συμφωνιών. Κατά την περίοδο αυτή, οι αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας αντιμετώπιζαν τα πυρά των αντίπαλων παρατάξεων, ενώ άρχιζαν να γίνονται γνωστές μαζικές σφαγές προσφύγων, όπως τον Ιούνιο του 1993 η σφαγή 600 προσφύγων στη φυτεία καουτσούκ της Xάρμπελ. Τον Iούλιο του 1993, νέα διάσκεψη των αντιπάλων πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη και ύστερα από πολλές ημέρες διαπραγματεύσεων αποφάσισαν κατάπαυση του πυρός και τον σχηματισμό μεταβατικής κυβέρνησης. Με βάση τη συμφωνία ειρήνης, η οποία υπογράφηκε επισήμως στο Kοτονού, την εξουσία θα αναλάμβανε ένα πενταμελές κρατικό συμβούλιο μέχρι τη διενέργεια εκλογών. Η κατάπαυση του πυρός άρχισε επιτέλους να εφαρμόζεται, μολονότι παραβιάστηκε πολλές φορές. Οι αντίπαλες πλευρές διαφώνησαν στον τρόπο σύνθεσης του ανώτατου αυτού οργάνου και το αδιέξοδο κράτησε αρκετούς μήνες. Οι διαφωνίες ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές αφορούσαν και τη διανομή των υπουργικών θέσεων, αλλά στο τέλος του χρόνου σημειώθηκε κάποια πρόοδος προς την κατεύθυνση αυτή. Ωστόσο, νέες συγκρούσεις ξέσπασαν σε ορισμένες περιοχές της χώρας, με την εμφάνιση μιας νέας ένοπλης οργάνωσης που ονομαζόταν Συμβούλιο Ειρήνης της Λ. και τα μέλη του οποίου ισχυρίζονταν ότι σκοπός τους ήταν η αντιμετώπιση των ωμοτήτων που διέπρατταν οι αντάρτες του Tέιλορ. Στα τέλη του 1993 άρχισαν να φτάνουν στη Λ. νέες ειρηνευτικές δυνάμεις, αλλά η διαδικασία αφοπλισμού σταμάτησε και οι συγκρούσεις ανάμεσα στις ένοπλες ομάδες επαναλήφθηκαν. Στις αρχές του 1994 παρατάθηκε η θητεία της ειρηνευτικής δύναμης στη Λ. και άρχισαν να διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για τη συμμετοχή όλων των παρατάξεων στη μεταβατική κυβέρνηση. Και πάλι ο Tέιλορ προέβαλε αντιρρήσεις, διεκδικώντας την αποδοχή όλων των υποψηφίων του, αλλά τελικά τον Μάιο συγκροτήθηκε υπουργικό συμβούλιο και από τις τρεις κυριότερες αντίπαλες παρατάξεις. Ο OHE εξέφρασε την ικανοποίησή του για τον σχηματισμό της μεταβατικής κυβέρνησης, αλλά επισήμανε ότι οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις απειλούσαν να υπονομεύσουν τη διαδικασία. Τον Αύγουστο του 1994, πέντε από τις παρατάξεις που είχαν εμπλακεί άμεσα στον εμφύλιο πόλεμο δεσμεύτηκαν να σταματήσουν τις συγκρούσεις και να συνεργαστούν στη διαδικασία του αφοπλισμού. Αργότερα, και πάλι με μεσολάβηση των γειτονικών αφρικανικών κρατών, υπογράφηκε νέα συνθήκη ειρήνης και συμφωνήθηκε η σύνθεση του κρατικού συμβουλίου, στο οποίο τέσσερα από τα μέλη του θα ορίζονταν από τις παρατάξεις και το πέμπτο θα ήταν κοινής αποδοχής, από τις παρατάξεις και τους παραδοσιακούς αρχηγούς των φυλών. Κατά την περίοδο αυτή, νέα κύματα προσφύγων εγκατέλειψαν τη Λ. προς τη γειτονική Ακτή του Ελεφαντοστού και τη Γουινέα. Νέες σφαγές πολιτών ήρθαν στο φως στο τέλος του 1994 και, τον Δεκέμβριο, η διάσκεψη ειρήνης που συγκλήθηκε στην Άκρα της Γκάνα κατέληξε σε δύο συμφωνίες με τις οποίες τέθηκαν οι όροι για τον αφοπλισμό των ενόπλων και για τη λειτουργία των νέων οργάνων, ενώ ορίστηκε και η διεξαγωγή πολυκομματικών εκλογών στα τέλη του 1995. Στις αρχές του 1995 προέκυψαν νέες διαφωνίες για την εκπροσώπηση στο κρατικό συμβούλιο και οι αρχηγοί των κρατών της Οικονομικής Κοινότητας των Δυτικοαφρικανικών Κρατών υπέβαλαν νέες προτάσεις. Ο Tέιλορ επέμενε να διεκδικεί την προεδρία του κρατικού συμβουλίου, κάτι το οποίο αρνούνταν να αποδεχθούν οι ηγέτες των άλλων παρατάξεων. Καθώς οι διαπραγματεύσεις οδηγούσαν σε μια νέα συμβιβαστική λύση, οι συγκρούσεις επαναλήφθηκαν σε ορισμένες περιοχές της νοτιοανατολικής Λ. και χρειάστηκαν και νέες διαμεσολαβητικές προσπάθειες από ηγέτες αφρικανικών χωρών για να αποφευχθούν νέες συγκρούσεις και να παραμείνει η αφρικανική ειρηνευτική δύναμη στη Λ., με τη δέσμευση όμως ότι οι αντίπαλες παρατάξεις θα σέβονταν την κατάπαυση του πυρός και τη διαδικασία του αφοπλισμού. Τελικά, τον Αύγουστο του 1995, στην Aμπούζα της Νιγηρίας, οι ηγέτες των αντίπαλων παρατάξεων της Λ. συμφώνησαν για τον τερματισμό των συγκρούσεων. Έναν χρόνο αργότερα, οι πρωταγωνιστές του εμφυλίου πολέμου της Λ. δεσμεύτηκαν –πάλι στην Aμπούζα της Νιγηρίας– ότι μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1996 θα αφόπλιζαν πλήρως τις δυνάμεις τους, ώστε να διεξάγονταν στη χώρα ελεύθερες εκλογές. Χρειάστηκαν οι πιέσεις από τον στρατιωτικό ηγέτη της Νιγηρίας Σάνι Aμπάσα και οι απειλές των γειτονικών αφρικανικών κρατών ότι θα συγκροτούσαν δικαστήριο εγκλημάτων πολέμου, για να καταλήξουν τελικά οι εμπόλεμες παρατάξεις της Λ. στη διαδικασία σταδιακού αφοπλισμού των δυνάμεών τους. Περισσότερες από δώδεκα συμφωνίες ειρήνης υπογράφηκαν και παραβιάστηκαν σε όλη αυτή την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, που προκάλεσε στη Λ. περισσότερους από 150.000 νεκρούς, εξανάγκασε σε εκτοπισμό τον μισό πληθυσμό της χώρας –1,3 εκατ. πρόσφυγες– και οδήγησε στην πλήρη κατάρρευση τη οικονομία. Η ειρηνευτική δύναμη των 10.000 αντρών παρέμεινε στη Λ., αλλά το επίμαχο ζήτημα ήταν η διαδικασία σύμφωνα με την οποία θα αφοπλίζονταν περίπου 60.000 αντάρτες και μέλη διαφόρων ενόπλων οργανώσεων. Από το 1997 και μετά, η κατάσταση άρχισε να εξομαλύνεται: άρχισε η εκκαθάριση των ναρκοπεδίων, οι δρόμοι άνοιξαν πάλι και έτσι έγινε εφικτή η επιστροφή των προσφύγων και η διακίνηση της ανθρωπιστικής βοήθειας. Τον Ιούλιο του 1997 διεξήχθησαν προεδρικές εκλογές, στις οποίες ο Τέιλορ απέσπασε το 75% των ψήφων. Θεωρείται ότι το αποτέλεσμα των εκλογών δεν ήταν απολύτως αντιπροσωπευτικό, αφού επικράτησε κλίμα τρομοκρατίας, καθώς μεγάλο μέρος του πληθυσμού πίστευε ότι εάν ο Τέιλορ δεν κέρδιζε στις εκλογές, ο πόλεμος θα ξανάρχιζε. Η γενικότερη αναστάτωση στην περιοχή, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, δεν άφησε ανεπηρέαστη τη Λ., η οποία δέχτηκε επίθεση από αντάρτες της Γουινέας τον Απρίλιο του 1999, στην οποία απάντησε, με αποτέλεσμα να υπάρξουν και πάλι χιλιάδες πρόσφυγες. Ωστόσο, τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ολοκληρώθηκε η απόσυρση των ειρηνευτικών δυνάμεων της Οικονομικής Κοινότητας Δυτικοαφρικανικών Κρατών. Τον Μάρτιο του 2000 εκδόθηκε νέο νόμισμα, ώστε να τερματιστεί η παράλληλη χρήση του αμερικανικού και του λιβεριανού δολαρίου, που δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Στις αρχές του 2001 το συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ απείλησε τη Λ. με επιβολή κυρώσεων (εμπάργκο όπλων) αν δεν γινόταν προσπάθεια να περιοριστεί το λαθρεμπόριο διαμαντιών και όπλων με άλλες χώρες τις δυτικής Αφρικής. Ο Τέιλορ έκλεισε τα σύνορα με τη Σιέρα Λεόνε και ταυτόχρονα απέλασε τους διπλωμάτες της Σιέρα Λεόνε και της Γουινέας. Παράλληλα, η κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας χειροτέρευσε, καθώς αναζωπυρώθηκαν οι συγκρούσεις μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων και επαναστατών, προκαλώντας νέο κύμα 50.000 προσφύγων. Τον Φεβρουάριο του 2003 μια νέα οργάνωση άρχισε ανταρτοπόλεμο εναντίον του Τέιλορ. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους μια έκρηξη βόμβας στην αμερικανική πρεσβεία της λιβεριανής πρωτεύουσας προκάλεσε την αντίδραση των ΗΠΑ, που ωστόσο αρνήθηκαν αίτημα στρατιωτικής επέμβασής τους στη χώρα· αντίθετα, η Νιγηρία έστειλε στρατιωτική δύναμη με σκοπό την ειρήνευση στη σπαρασσόμενη από τον εμφύλιο πόλεμο χώρα.Η Λ., που δεν γνώρισε ποτέ την ευρωπαϊκή αποικιοκρατία, διατήρησε τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά του αφρικανικού κόσμου, όπως ήταν πριν από την άφιξη των λευκών. Ο σπουδαιότερος εθνικός πυρήνας είναι αυτός των Kρου. Η κεντρική περιοχή της Λ., ανάμεσα στον ποταμό Σεντ Tζον και στον Σεντ Πολ, καταλαμβάνεται από τους Kπέλε, συγγενείς των Γκερζέ της Γουινέας, οι οποίοι όμως κατάγονται –όπως φαίνεται– από τη Λ. Αυτοί είναι καλοί γεωργοί, αλλά αγαπούν προπάντων το κυνήγι. Η πολυγαμία είναι πολύ διαδεδομένη. Τα παιδιά θηλάζουν έως την ηλικία των δύο ετών και, ακολουθώντας μια συνήθεια πολύ διαδεδομένη σε όλη τη δυτική Αφρική, οι σύζυγοι δεν μπορούν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις με τις γυναίκες τους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, γεγονός που συμβάλλει στη διατήρηση της πολυγαμίας. Σε όλη τη χώρα, για τις τοπικές συναλλαγές φροντίζουν οι Mαντίνγκο. Αυτοί ανήκουν στη μεγάλη ομάδα των Mάντε και στη Λ. υποδιαιρούνται σε Mαλίνκε και Nτιούλα. Είναι πολυάριθμοι στο βόρειο τμήμα της περιοχής, που ονομάζεται γι’ αυτό υψίπεδο των Mαντίνγκο. Η προέλευσή τους δεν είναι σαφής. Φαίνεται ότι πρόκειται κυρίως για μια διακλάδωση των Φούλμπε της Γουινέας, με πιο τονισμένα νέγρικα χαρακτηριστικά. Και αυτοί είναι μουσουλμάνοι, ημινομάδες, βοσκοί, έμποροι και φυσικοί κυρίαρχοι των ειδωλολατρικών λαών με τους οποίους βρίσκονται σε επαφή. Είναι πολυγαμικοί, ενώ τα κορίτσια πριν από τον γάμο έχουν μια ελευθερία αδιανόητη στον μουσουλμανικό κόσμο. Συγγενείς με τους Mαντίνγκο είναι οι Bάι, που κατοικούν στην παράκτια περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Λόφα και Mόα, η οποία διακόπτεται από τη μεθόριο ανάμεσα στη Λ. και στη Σιέρα Λεόνε. Και οι Bάι είναι μουσουλμάνοι και τα έθιμά τους είναι όμοια με εκείνα των Mαντίνγκο, παρότι πρόκειται για έναν πληθυσμό κυρίως αγροτικό, αδιάφορο και ήσυχο, λιγότερο δραστήριο, αλλά όχι λιγότερο έξυπνο, με πιο ήρεμο και ισορροπημένο χαρακτήρα. Τέλος, ο λαός της Λ. που διατηρεί ακέραιες τις παραδόσεις του είναι εκείνος των Nταν (που επίσημα, αλλά εσφαλμένα, ονομάζονται Γκίο), οι οποίοι ζουν στη βόρεια Λ., σε μια περιοχή εύφορη και πλούσια σε πανίδα, στον άνω ρου του Nουόν και για την ακρίβεια στο ανατολικό τμήμα εκείνου του είδους σφήνας που σχηματίζει το λιβεριανό έδαφος ανάμεσα στη Γουινέα και στην Ακτή του Ελεφαντοστού. Η κυριότερη δραστηριότητα των Nταν ήταν άλλοτε το κυνήγι και σήμερα η γεωργία. Άλλη πλουτοπαραγωγική πηγή των Nταν είναι το ψάρεμα, που γίνεται το καλοκαίρι, με κιούρτους ή με πυροφάνι. Το ψάρεμα με δηλητηρίαση των νερών γίνεται συχνά από τις γυναίκες: αφού σχηματίσουν στα ρηχά νερά τεχνητές λεκάνες με λάσπη, ρίχνουν στο νερό μικρά κομματάκια ενός ειδικού φυτού. Ύστερα από λίγο το νερό γίνεται μαύρο και τα ψάρια ανεβαίνουν στην επιφάνεια παράλυτα ή ψόφια. Και στους Nταν ισχύει η πολυγαμία. Τα παιδιά θηλάζουν επί δύο χρόνια και παραμένουν με τη μητέρα τους έως την εφηβεία.Αν και δεν αναφέρονται Έλληνες ομογενείς σε αυτή την αφρικανική χώρα, η Λ. έχει ιδιαίτερο ελληνικό ενδιαφέρον λόγω της σημαίας ευκαιρίας για τα πλοία ξένων εταιρειών. Έτσι, από το σύνολο του εμπορικού στόλου υπό λιβεριανή σημαία, η Ελλάδα είναι πρώτη στη σχετική κατάταξη μεταξύ 47 κρατών, με 154 πλοία (στοιχεία 2002). Μέλη της οργάνωσης του Τσαρλς Τέιλορ εκτελούν έναν κρατούμενο που κατηγορήθηκε ότι πολέμησε με την αντίπαλη οργάνωση. Οι αναταραχές και οι συγκρούσεις στο εσωτερικό της Λιβερίας δημιούργησαν τα τελευταία χρόνια κύματα προσφύγων (φωτ. ΑΠΕ). Στιγμιότυπο από τη διάσκεψη ειρήνης των πρωταγωνιστών του εμφυλίου πολέμου της Λιβερίας, που συγκλήθηκε τον Δεκέμβριο του 1994 στην Άκρα της Γκάνα (φωτ. ΑΠΕ). Ο εμφύλιος πόλεμος προκάλεσε στη Λιβερία περισσότερους από 150.000 νεκρούς και 1,3 εκατ. πρόσφυγες (φωτ. ΑΠΕ). Ο ανταρτοπόλεμος στη Λιβερία αναζωπυρώθηκε ανησυχιτικά το καλοκαίρι του 2003 (φωτ. ΑΠΕ). Ο Τσάρλς Τέιλορ αυτοανακηρύχθηκε πρόεδρος της Λιβερίας το καλοκαίρι του 1990· στις πολυτάραχες εκλογές του 1997 ο Τέιλορ εξελέγη πρόεδρος της χώρας (φωτ. ΑΠΕ). Ανάγλυφο από το μνημείο του πρώτου προέδρου της Λιβερίας, Ρόμπερτς, στη Μονρόβια. Ένα τμήμα της παραλίας της Μονρόβια· στην παράκτια λωρίδα της Λιβερίας, εκτός από την πρωτεύουσα Μονρόβια, δεν υπάρχουν πραγματικές πόλεις αλλά κέντρα διακίνησης προϊόντων. Χαρτονόμισμα των 100 λιβεριανών δολαρίων. Άποψη της Μονρόβια, πρωτεύουσας της Λιβερίας και σημαντικότερου λιμανιού της χώρας στον Ατλαντικό. Η Λιβερία διαθέτει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον κόσμο αφού παρέχει φορολογικές διευκολύνσεις στους εφοπλιστές που χρησιμοποιούν τη σημαία της στα πλοία τους (φωτ. ΑΠΕ). Ευρεία άποψη των κεντρικών συνοικιών της Μονρόβια, πρωτεύουσας της Λιβερίας. Μία πιρόγα ψαράδων σε μία ακρογιαλιά της Μπιουκάναν. Τοπίο της Λιβερίας στον ποταμό Σεντ Πολ, έναν από τους μεγαλύτερους της χώρας. Τμήμα από τις λιμνοθάλασσες που περιβάλλουν τη λιβεριανή παράκτια λωρίδα, καθιστώντας συχνά δύσκολη, λόγω της παρουσίας αμμοσύρτεων, την προσόρμιση σκαφών. Χαρακτηριστικός τύπος Λιβεριανής. Το μέγαρο της λιβεριανής Βουλής. Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Λιβερίας Έκταση: 111.370 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.288.198 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μονρόβια (465.000 κάτ. το 1986)

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ακτή Ελεφαντοστού — Κράτος της δυτικής Αφρικής.Συνορεύει στα Α με την Γκάνα, στα Β με την Μπουρκίνα Φάσο (ΒΑ) και το Μάλι (ΒΔ), στα Δ με τη Γουινέα (ΒΔ) και τη Λιβερία (ΝΔ), ενώ στα Ν βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Τα σύνορα της Δημοκρατίας της Α.Ε. δεν… …   Dictionary of Greek

  • λιβεριανός — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό στη Ρώμη, μαζί με τους Ευέλπιστο, Ιέρακα, Ιουστίνο τον φιλόσοφο, Παίωνα, Χαρίτωνα και τη Χαριτώ. Η μνήμη του τιμάται την 1η Ιουνίου. * * * ή, ό [Λιβερία] 1. αυτός που ανήκει ή… …   Dictionary of Greek

  • Γουινέα — I Παράκτια εδαφική ζώνη στην Αφρική που περιβάλλει τον ομώνυμο κόλπο. Χωρίζεται από το δέλτα του ποταμού Νίγηρα σε δύο τμήματα, τη βόρεια Γ. και τη νότια Γ. Πρόκειται για χαμηλή ακτή, που ανεβαίνει προς το εσωτερικό με αναβαθμίδες, με συχνές… …   Dictionary of Greek

  • σουδανικές γλώσσες — Ομάδα αφρικανικών γλωσσών που τις μιλούν πενήντα περίπου εκατομμύρια άνθρωποι. Ο χώρος που καλύπτουν οι γλώσσες αυτές ορίζεται προς τα Β και προς τα Α από τις χαμιτο σημιτικές γλώσσες και προς τα Ν από τις γλώσσες της ομάδας μπαν τού. Σε αντίθεση …   Dictionary of Greek

  • Γκάμπια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάμπια Έκταση: 11.295 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.455.842 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπανγιούλ (57.700 κάτ. το 2002)Κράτος της βορειοδυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β, Α και Ν με τη Σενεγάλη, ενώ Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό… …   Dictionary of Greek

  • Σιέρα Λεόνε — Aπό γεωλογική άποψη η Σιέρα Λεόνε ανήκει στην εκτεταμένη εκείνη περιοχή στις παρυφές της βόρειας Aφρικής που, μολονότι παρέμεινε ουσιαστικά έξω από τις μεγαλειώδεις συρρικνώσεις του Tριτογενούς, υπέστη διαδικασίες ανανέωσης και επηρεάστηκε από… …   Dictionary of Greek

  • Ceremonie d'ouverture des jeux Olympiques de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie D'ouverture Des Jeux Olympiques De 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux Olympiques d'été de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux olympiques de 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”